προφίλ :
εξοπλισμός :
ΑΡΜΑΣΤΑΛ :
τεχνική γωνιά :
πιστοποιητικά ποιότητας :
χρήσιμοι σύνδεσμοι :
σημαντικά έργα :
συνεργάτες :
επικοινωνία :

αρχική :


 Προστασία των χαλύβων οπλισμού από την διάβρωση
Διάβρωση χαλύβων οπλισμού σκυροδέματος (ΚΤΧ 2008 § 10.1)

Ο χάλυβας οπλισμού σκυροδέματος πρέπει να προστατεύεται από τη διάβρωση, τόσο πριν από την ενσωμάτωσή του στο σκυρόδεμα όσο και μετά από αυτήν.

Κατά την τοποθέτηση στην τελική θέση, ο χάλυβας πρέπει να είναι απαλλαγμένος από εμφανείς απολεπίσεις, αλλοιώσεις ή αθέλητες παραμορφώσεις και πληγές, οι οποίες εκτός των άλλων επιταχύνουν το φαινόμενο της διάβρωσης.

Η ταχύτητα διάβρωσης του χάλυβα αυξάνεται, τόσο εντός όσο και εκτός σκυροδέματος, με:
  • Την αύξηση της θερμοκρασίας και της σχετικής υγρασίας
  • Την μείωση του pH
  • Την αύξηση της παρουσίας αλάτων (π.χ. θαλάσσιο περιβάλλον)
  • Την επαφή του χάλυβα με το έδαφος, το νερό κ.λπ.
  • Την επαφή του χάλυβα με διαφορετικά υλικά ή περιβάλλοντα.
Οι συχνές μεταβολές των πιο πάνω παραγόντων επηρεά¬ζουν περαιτέρω την ταχύτητα της διάβρωσης. Άλλοι παράγοντες αύξησης της ταχύτητας διάβρωσης είναι:
  • Η ύπαρξη ενεργών “κέντρων” στην επιφάνεια του χάλυβα (όπως π.χ. οξείες αιχμές ή πληγές, κάμψεις με μικρή ακτίνα καμπυλότητας κ.λπ.)
  • Η ύπαρξη επιφανειακής αλλοίωσης λόγω προϋπάρχουσας διάβρωσης
  • Η επαφή χαλύβων διαφορετικού είδους και διαφορετικού ηλεκτροχημικού δυναμικού
Όσον αφορά την προστασία του χάλυβα από τη διάβρωση μετά την ενσωμάτωση του στο σκυρόδεμα, αυτή γενικώς καλύπτεται από την παθητική προστασία που του προσδίδει το αλκαλικό περιβάλλον του σκυροδέματος (όσο το pH είναι μεγαλύτερο από 9,5) και από την επικάλυψη στεγα¬νότητας του σκυροδέματος.
  • Η επαφή χαλύβων διαφορετικού βαθμού διάβρωσης
  • Η ψυχρή κατεργασία (ολκή, έλαση κ.λπ.)
  • Το αυξημένο πορώδες του σκυροδέματος.
Σε ειδικές περιπτώσεις, για τις οποίες απαιτείται μεγαλύτερη προστασία του οπλισμού από τη διάβρωση μέσα στο σκυρόδεμα, είτε επειδή υπάρχει έντονα διαβρωτικό περιβάλλον, είτε διότι απαιτείται μεγαλύτερη από τη συνήθη διάρκεια ζωής του έργου, μπορεί να λαμβάνονται κατά περίπτωση πρόσθετα μέτρα όπως:
  • Αύξηση της περιεκτικότητας του σκυροδέματος σε τσιμέντο ή χρήση ειδικών τσιμέντων
  • Χρήση σκυροδέματος μειωμένου πορώδους ή υδατοπερατότητας
  • Αύξηση του πάχους της επικάλυψης των οπλισμών με σκυρόδεμα
  • Χρήση χαλύβων ανθεκτικότερων στη διάβρωση όπως οι επιψευδαργυρωμένοι (γαλβανισμένοι), οι καλυμμένοι με εποξικό επίστρωμα, οι καλυμμένοι με επίστρωμα ανοξείδωτου χαρακτήρα και οι ανοξείδωτοι χάλυβες. Προσοχή πρέπει να δίνεται στη χρήση τέτοιων χαλύβων λόγω:
    • Του κινδύνου δημιουργίας γαλβανικών στοιχείων
    • Της ενδεχόμενης τοπικής αποκόλλησης της κάθε είδους επίστρωσης.
Ειδικά για τους επιψευδαργυρωμένους η αντίδραση του ψευδαργύρου με το Ca(OH)2 των πόρων του σκυροδέματος, κατά την οποία παράγεται υδρογόνο υπό μορφή φυσαλίδων στην περιοχή του οπλισμού, μειώνει την συνάφεια (ιδιαίτερα των λείων χαλύβων). Για την αποφυγή αυτού του φαινομένου συνιστάται είτε η χρήση χρω¬μικών αλάτων (είτε στο σκυρόδεμα είτε στον γαλβανισμένο χάλυβα), είτε η αντικατάσταση του καθαρού ψευδαργύρου από κράμα ψευδαργύρου με σίδηρο ή αλουμίνιο.
  • Χρήση επιχρισμάτων καταλλήλου πάχους
  • Επίστρωση/επίχρωση της επιφάνειας του σκυροδέματος με λεπτό προστατευτικό στρώμα από κατάλληλες οργανικές ή ανόργανες ουσίες
  • Χρήση αναστολέων διάβρωσης
  • Καθοδική προστασία.
Τα μέτρα αυτά έχουν διαφορετικό κόστος και εξασφαλίζουν διαφορετική διάρκεια προστασίας από τη διάβρωση και το καθένα τους μπορεί να εφαρμοσθεί κατά περίπτωση. Ενδέχεται όμως να έχουν και δυσμενείς συνέπειες, που πρέπει να μελετώνται εξαρχής.

Οπτική εξέταση και έλεγχος διάβρωσης (ΚΤΧ 2008 § 4.5.2)

Εάν η επιφάνεια των χαλύβων παρουσιάζει σημαντική αλλοίωση λόγω διάβρωσης, γενικευμένης ή εντοπισμένης, εξετάζεται η περίπτωση της μερικής ή ολικής απόρριψης της ελεγχόμενης ποσότητας κατόπιν διεξαγωγής ειδικού εργαστηριακού ελέγχου για τον προσδιορισμό της ποσότητας των προϊόντων διάβρωσης.

Ειδικά για τους ελέγχους διάβρωσης, και δεδομένου ότι πρόκειται για ελέγχους απόρριψης ή λήψης ειδικών μέτρων, τα δείγματα θα λαμβάνονται από τις περισσότερο διαβρωμένες περιοχές των ράβδων. Η κοπή και η μεταφορά των δειγμάτων θα γίνεται έτσι ώστε να μην υπάρχουν απώλειες προϊόντων διάβρωσης. Για τον σκοπό αυτό θα λαμβάνονται έξι δείγματα ελάχιστου μήκους 0,25m.

Σε κάθε δείγμα υπολογίζεται η μάζα των οξειδίων με τη διαδικασία που περιγράφεται παρακάτω. Αν κάθε τιμή των μετρήσεων είναι μικρότερη από 300gr/m² τότε η ελεγχόμενη ποσότητα γίνεται αποδεκτή. Εάν έστω και μία τιμή είναι μεγαλύτερη από 300gr/m², γίνεται περαιτέρω έλεγχος για τη διαπίστωση βελονισμών. Σε κάθε δείγμα γίνεται μέτρηση του βάθους βελονισμών σε τρεις θέσεις στα πλέον οξειδωμένα σημεία. Εάν το βάθος των βελονισμών σε όλες τις θέσεις είναι μικρότερο από το κρίσιμο βάθος που ορίζεται παρακάτω, τότε ο χάλυβας μπορεί να χρησιμοποιηθεί, αφού προηγουμένως καθαριστεί. Αν το βάθος των βελονισμών είναι μεγαλύτερο από το κρίσιμο βάθος, έστω και σε μία θέση, τότε η ελεγχόμενη ποσότητα απορρίπτεται.

Πάντως σε κάθε περίπτωση, για την τελική αποδοχή της ελεγχόμενης ποσότητας, οι απαιτήσεις για την ανηγμένη μάζα και την γεωμετρία των νευρώσεων θα πρέπει να ικανοποιούνται.

Δοκιμή προσδιορισμού των προϊόντων διάβρωσης (ΚΤΧ 2008 § 10.3)

Το κάθε δοκίμιο ζυγίζεται με ακρίβεια τουλάχιστον 0,01g. Στη συνέχεια εμβαπτίζεται σε διάλυμα υδροχλωρικού οξέως (υδατικό διάλυμα 12gr HCl σε 100ml διαλύματος) και εξαμεθυλενοτετραμίνης (διάλυμα 0,35g εξαμεθυλενοτετραμίνης σε 100ml διαλύματος).
Το δοκίμιο ζυγίζεται κάθε 30min μέχρι σταθερού βάρους.

Υπολογίζεται η διαφορά βάρους:
                     Δβ= αρχικό βάρος - τελικό βάρος
Υπολογίζεται το εμβαδόν της επιφάνειας του δοκιμίου και η διαφορά βάρους ανάγεται σε g/m2.

Εάν η υπολογιζόμενη τιμή είναι μικρότερη από 300g/m2 τότε ο χάλυβας μπορεί να χρησιμοποιηθεί.

Λόγω έντονων βελονισμών υπάρχει κίνδυνος μείωσης της ολκιμότητας των χαλύβων ή εκδήλωσης φαινομένων διάβρωσης υπό υψηλή μηχανική καταπόνηση η οποία, επίσης, οδηγεί σε ψαθυρή θραύση.

Εάν η υπολογιζόμενη τιμή υπερβαίνει τα 300g/m2, τότε θα πρέπει να διερευνηθεί η ύπαρξη βελονισμών.

Ο έλεγχος των βελονισμών γίνεται με τη μέθοδο της μικροσκοπίας σύμφωνα με το DIN 50905-Part 3/87.

Το κρίσιμο βάθος βελονισμών, hcrit, είναι το βάθος πάνω από το οποίο συμβαίνει σημαντική μείωση της ολκιμότητας με κίνδυνο ψαθυρής θραύσης.

Προς το παρόν, και μέχρι να καθιερωθούν πιο αξιόπιστες και ασφαλείς τιμές, για τον προσδιορισμό του κρίσιμου βάθους βελονισμών, hcrit, προτείνεται η εφαρμογή της παρα¬κάτω ημι-εμπειρικής σχέσης:

hcrit=

 όπου d η ονομαστική διάμετρος της ράβδου σε mm και hcrit το κρίσιμο βάθος βελονισμών σε mm.

Ελλείψει κανονιστικών διατάξεων, μπορούν να χρησιμοποιηθούν εμπειρικές προσεγγίσεις του κρίσιμου βάθους βελονισμών. Εάν προσδιορισθεί βάθος βελονισμού μεγαλύτερο από το κρίσιμο βάθος, ο χάλυβας απορρίπτεται. Εάν προσδιορισθεί βάθος βελονισμού μικρότερο από το κρίσιμο, ο χάλυβας μπορεί να χρησιμοποιηθεί υπό τις εξής προϋποθέσεις:
  • Μηχανικός καθαρισμός των προϊόντων διάβρωσης ώστε η ποσότητά τους να γίνει μικρότερη από 300g/m2
  • Αυξημένα μέτρα προστασίας του οπλισμού από την διάβρωση, σύμφωνα με αυτά που αναφέρονται στην Παραγρ. 10.1, επειδή ακόμη και εάν μειωθούν τα προϊόντα της διάβρωσης σε τιμές μικρότερες από 300g/m2, οι χάλυβες αυτοί παρουσιάζουν πλέον μεγαλύτερους ρυθμούς διάβρωσης από εκείνους που δεν είχαν υποστεί διάβρωση.
Οι δοκιμές για τον έλεγχο της διάβρωσης θα εκτελούνται αποκλειστικά σε εργαστήριο.


Copyright © 2004 - 2005. Developed & Hosted by IΤΒοx - Internet Services.